Δύο μεγάλες νουβέλες, επικεντρωμένες στην ίδια θεματική: το καταραμένο αντικείμενο.
Στην πρώτη, μια κάμερα. Όποιος καταγραφεί από το φακό της δεν θα αργήσει να συναντήσει το θάνατο. Από αυτό το χειμερινό οδοιπορικό του ήρωα στη θαλασσοδαρμένη, ανεμοδαρμένη και μυστικοπαθή Βρετάνη, καθώς και από την καταβύθισή του στη μικρή, κλειστή και παραδοσιολάγνο κοινωνία αυτής της τουριστικής περιοχής με τα βαθιά κρυμμένα μυστικά, αλώβητα θα παραμείνουν μονάχα τα πανέμορφα άγρια τοπία που περιγράφονται με μεγάλη γλαφυρότητα από τον Ντενένξ.
Στη δεύτερη, ένα βιβλίο, και κυρίως η ιδιόχειρη αφιέρωσή του από τον διάσημο (για άλλους διαβόητο) συγγραφέα του –«Στη Φιόνα που ξέρει ότι δεν πρέπει να αναζητάς την παραμικρή δικαιολογία, ότι πρέπει να προτιμάς να αντιμετωπίζεις το πεπρωμένο σου αποδεχόμενος το γεγονός ότι θα πληρώσεις το τίμημα»–, γίνεται η αφορμή για να έρθουν αντιμέτωποι με το θάνατο όλοι όσοι το πιάσουν στα χέρια τους. Όλα αυτά με φόντο τις ριζοσπαστικοποιημένες ομάδες του φοιτητικού κινήματος, τη μεγάλη απόδραση και τον φλογερό, απόλυτο έρωτα για έναν πραγματικά ασυνήθιστο τύπο μοιραίας γυναίκας.